Ιστορία της γέννησης του Χριστού


'Όταν η Ρώμη ήταν μια σπουδαία αυτοκρατορία και την διοικούσε ο Καίσαρας Αύγουστος και το Ισραήλ διοικούνταν από τον Βασιλιά Ηρώδη, στο μικρό χωριό της Ναζαρέτ κατοικούσαν ο Ιωσήφ και η Μαρία. Ο Ιωσήφ ήταν ξυλουργός και η Μαρία μια μικρή κοπέλα που σύντομα θα γινόταν γυναίκα του.

Η Μαρία είπε στον Ιωσήφ για ένα όνειρο στο οποίο την είχε επισκεφτεί ένας άγγελος και της είχε πει ότι είχε επιλεχθεί για να γίνει η μητέρα του Υιού του Κυρίου και το όνομά του θα ήταν Ιησούς. Μία μέρα ο αυτοκράτορας έβγαλε αναγγελία ότι όλοι θα έπρεπε να εγγραφούν για έναν νέο φόρο. Τους δόθηκε η διαταγή να επιστρέψουν στις πόλεις που είχαν γεννηθεί. Ο Ιωσήφ και η Μαρία άφησαν την Ναζαρέτ για να πάνε στην Βηθλεέμ. Η Μαρία που ήταν έγκυος και κοντά να γεννήσει ήταν ανεβασμένη σε ένα γαϊδουράκι ενώ ο Ιωσήφ περπατούσε δίπλα της.

Ταξίδευαν για πολλές μέρες και ξεκουράζονταν μόνο την νύχτα. 'Όταν έφτασαν στην Βηθλεέμ ήταν νύχτα. 'Έψαξαν για ένα μέρος να ξεκουραστούν, όμως δεν υπήρχαν άδεια δωμάτια στο πανδοχείο. Και καθώς τους έδιωχναν ο Ιωσήφ ανέφερε ότι η γυναίκα του ήταν έγκυος και ετοιμόγεννη. Ο πανδοχέας τους λυπήθηκε και τους είπε ότι υπάρχουν μερικές σπηλιές κοντά στα βουνά όπου έμεναν οι βοσκοί με τις αγελάδες και τα πρόβατά τους. 'Eτσι λοιπόν ο Ιωσήφ και η Μαρία κατευθύνθηκαν προς τα βουνά και βρήκαν τις σπηλιές. Σε μια σπηλιά υπήρχε ένα δωμάτιο βοσκού.

Ο Ιωσήφ το καθάρισε, το συγύρισε και έφτιαξε κρεβάτια από φρέσκο άχυρο. Βρήκε και μια ταΐστρα και την μετέτρεψε σε φάτνη. Το επόμενο βράδυ η Μαρία γέννησε ένα μωρό που το ονόμασαν Ιησού, ακολουθώντας τα λεγόμενα του αγγέλου. 'Oταν γεννήθηκε το παιδί, ένα τεράστιο αστέρι εμφανίστηκε πάνω από την σπηλιά της Βηθλεέμ και ήταν ορατό από πολλά μίλια μακριά. Στα γειτονικά λιβάδια οι βοσκοί κατεύθυναν τα κοπάδια τους. Τότε τους εμφανίστηκε ένας άγγελος και τους περιέλουσε ένα λαμπερό φως. Οι βοσκοί τρόμαξαν και προσπάθησαν να τρέξουν.

"Μην φοβάστε" είπε ο άγγελος, "γιατί σας φέρνω σπουδαία νέα. Γιατί ανάμεσά σας σήμερα στην Βηθλεέμ, γεννήθηκε ο Κύριος, ο Σωτήρας, ο Χριστός. Και αυτό για σας θα αποτελέσει σημάδι, θα βρείτε το μωρό σε μία φάτνη σκεπασμένο με κουρέλι". Ξαφνικά ο ουρανός γέμισε αγγέλους που προσεύχονταν στον Κύριο και έλεγαν "Δόξα στον Θεό, Δόξα στον Ύψιστο και επί γης ειρήνη". Μετά την αναχώρηση των αγγέλων οι βοσκοί κατευθύνθηκαν προς την Βηθλεέμ.

Μόλις έφτασαν στην σπηλιά βρήκαν τον στάβλο και μέσα ένα μωρό τυλιγμένο με κουρέλια. Και καθώς το αστέρι έλαμπε πάνω από την Βηθλεέμ, από τα ανατολικά μπορούσαν να το δουν τρεις Μάγοι. Ήξεραν ότι ήταν ένας οιωνός και ξεκίνησαν να το ακολουθήσουν. Ήταν ο Κάσπαρ, ο νεαρός βασιλιάς του Τάρσου, ο Μέλχιορ, ένας μακρυγένης γέροντας και ηγέτης της Αραβίας, και ο Μπαλθάζαρ, ο βασιλιάς της Αιθιοπίας. Ταξίδευαν με καμήλες για πολλές μέρες πάνω από τα βουνά, από έρημους και πεδιάδες ακολουθώντας το φωτεινό μαγικό αστέρι.

'Όταν έφτασαν στην Βηθλεέμ βρήκαν το βρέφος στην φάτνη. Οι τρεις Μάγοι έσκυψαν στα γόνατα και πρόσφεραν δώρα από χρυσό, μύρο και λιβάνι. 'Έμειναν την νύχτα στην σπηλιά και την επόμενη μέρα ξεκίνησαν για τον δρόμο της επιστροφής. Αυτή ήταν η ταπεινή γέννηση του Κυρίου Ημών Ιησού Χριστού, μία μέρα σταθμός για όλη την ανθρωπότητα.

Φρέντι ο αρχηγός των ξωτικών


Κάποτε, τα μικρά ξωτικά του Αϊ Βασίλη λαχτάρισαν και αυτά λίγη αναγνώριση για αυτά. Δούλευαν όλο το χρόνο σκληρά προετοιμάζοντας τα δώρα και τα πακέτα, ενώ οι τάρανδοι έρχονταν μόνο για μια μέρα. Και μόνο για αυτήν την απλή νυχτερινή βόλτα, τα ονόματά τους τραγουδιόντουσαν από όλα τα παιδιά σε όλο τον κόσμο για πολύ καιρό.

Τώρα είναι αυτό δίκαιο; Εσείς μπορείτε να σκεφτείτε έστω και ένα μόνο όνομα ξωτικού; Αυτοί, οι μικροί τύποι, που φτιάχνουν και ετοιμάζουν τα δώρα που ο 'Aγιος Βασίλης πηγαίνει σε αγόρια και κορίτσια. Γι αυτόν τον λόγο σκέφτηκαν ότι δεν θα ήταν λάθος να γράψουν ένα τραγουδάκι και για τα ξωτικά, και έτσι και έκαναν!! 'Eγραψαν το τραγούδι των Μεγάλων Ξωτικών. «Ζήτω τα μεγάλα ξωτικά, ο Μπιλ και ο Χάρυ, ο Τσάρλυ, ο Ρότζερ, ο Γουίλι, η Μαίρη, η Ρόζι, ο Τεντ και ο Φρέντ, ο Τζο και ο Χιούι, η Ρούθ και ο Μπο».

Και αυτό ήταν το τραγούδι στροφή παρά στροφή, και κάθε νέα τροφή το κανε και χειρότερο. 'Oταν ο γέρο Αϊ Βασίλης άκουσε το τραγούδι τους διαπίστωσε ότι διαρκεί σαράντα ολόκληρα λεπτά!! Ξεκίνησε λέγοντας «Χο, χο, χο!!» σε δέκα στίχους φώναξε «χόα!! Να ένα πράγμα που είμαι σίγουρος μικρά μου ξωτικά, αυτό το τραγούδι είναι μια λίστα από ονόματα που δεν θα πιάσει ποτέ και κανείς δεν θα το θυμάται!!

Αυτό που πρέπει να κάνετε είναι να επιδείξετε έναν από σας ως ήρωα και όταν όλα τα ξωτικά θα ζητωκραυγάζουν θα είναι για όλα τα ξωτικά στην γη του Αϊ Βασίλη!! Πρέπει όμως να κάνετε καλή επιλογή και να εκλέξετε για ήρωά σας τον πιο διάσημο μετά όμως που θα ψηφίσετε». Μετά από πάρα πολύ κόπο και ψάξιμο τα ξωτικά έβγαλαν τους υποψήφιους και ψήφισαν. Επιτέλους βρέθηκε ο ήρωάς τους. Λεγόταν Φρέντι και τον Ονόμασαν Φιλικό Φρέντι.

Και ο νέος ήρωας κέρδιζε όλα τα προνόμια, ήταν και ο πρώτος και έπαιρνε όλο άριστα στο σχολείο. Και να μερικά ταλέντα του...έκανε ουρά στον χορό από μόνος του, έπαιζε πολύ καλά το βιολί, μπορούσε να λύσει και το δυσκολότερο πρόβλημα. 'Eξυπνο και όμορφο μαζί!! Και ψηλό, στις μύτες των ποδιών του έβλεπε άνετα πάνω από το γόνατο του ψηλότερου τάρανδου.

Ανάμεσα στα ζήτω των ξωτικών ο Αϊ Βασίλης μίλησε και έδωσε το χέρι του στον Φρέντι. «Φιλικέ Φρέντι, νομίζω ότι ίσως πετάξεις μαζί μου και διαβάσεις τους χάρτες». Του Φρέντ του πήρε ένα λεπτό να το καταλάβει..

Αυτός θα ήταν το πρώτο ξωτικό που θα πετούσε!! Και η μικρή καρδιά του πήγε να σπάσει από συγκίνηση. Αναφώνησε «θα είμαι με τον Αϊ Βασίλη!!» Από τότε και στο εξής, κάθε βραδιά Χριστουγέννων, ο Φρέντι βρίσκετε εκεί δεξιά του Αϊ Βασίλη, χωρίς αυτόν ο 'Aγιος Βασίλης δεν θα ήξερε πως να έφτανε στον προορισμό του.

Με αυτούς τους χάρτες, ο Φρέντ είναι σίγουρος ότι είναι ένας εξπέρ της Γεωγραφίας. Τώρα όλα τα ξωτικά είναι περήφανα και τραγουδάνε το τραγούδι τους που λέγετε «Πάνω στις καμινάδες» και πάει κάπως έτσι : «Πάνω στις καμινάδες πάει ο δικός μας Φρέντ, ντυμένος στο κόκκινο κουστούμι του, βοηθά τον Αϊ Βασίλη να μοιράσει τα δώρα που έφτιαξαν τα άλλα ξωτικά για τα μικρά παιδιά.

Πήγαινε Φρέντ, πήγαινε και μπράβο, είμαστε πολύ περήφανοι για σένα!!» Με αυτόν τον τρόπο λοιπόν άρχισε να αναγνωρίζετε και η δουλειά των μικρών ξωτικών και όλοι ήταν χαρούμενοι και ευτυχισμένοι, ζώντας αυτοί καλά και εμείς καλύτερα, και αν ποτέ δείτε τον Αϊ Βασίλη, να ξέρετε ότι αυτό το μικρό ανθρωπάκι δίπλα του, είναι ο Φρέντ!!!

Ο 'Εντι το ελάφι με την μπλέ μύτη


Ο 'Eντι το ελαφάκι καθόταν όλη μέρα σπίτι του. Δεν μπορούσε ούτε να παίξει ούτε να δουλέψει. Ήταν αποθαρρυμένος και ενοχλημένος. Αυτό το θλιμμένο νεαρό ελαφάκι ήταν άνεργο !!! Είχε πολλές συνεντεύξεις για δουλειά αλλά όλες πάντα κατέληγαν με άσχημο τρόπο. Θα πήγαινε αλλά θα έλεγαν «Συγνώμη αλλά δεν προσλαμβάνουμε ελαφάκια σήμερα». Ο 'Eντι έκλαιγε και έλεγε «Μα ποιος είναι ο σκοπός; Η ζωή μου είναι γεμάτη από ελαφίσιες προσβολές». Η μαμά του έλεγε «Δεν έχεις καμία δικαιολογία να κοιμάσαι όλη μέρα σαν τεμπέλικο ελάφι!! Αυτό δεν είναι θέμα διακρίσεων αλλά θέμα αποφασιστικότητας. Κράτα λοιπόν τώρα ψηλά το κεφάλι και τα κέρατά σου, θα βρεις δουλειά, απλά προσπάθησε, προσπάθησε, προσπάθησε!!»

Και τότε έβγαλε την εφημερίδα από το συρτάρι και αφού έριξε μια ματιά άρχισε να φωνάζει με ενθουσιασμό διαβάζοντας την παρακάτω αγγελία «Ζητείται ελάφι από τον 'Aγιο Βασίλη». Και αμέσως τηλεφώνησε! Μόλις έκλεισε το τηλέφωνο αναφώνησε «Ο 'Aγιος Βασίλης ψάχνει 10 ελάφια επειγόντως!! Μου είπαν να πας αύριο στις 8 και να ξεκινήσεις υπάρχει πολύ δουλειά που πρέπει να γίνει και γι αυτό μην αργήσεις!!».

Ο 'Eντι λοιπόν χτένισε τη γούνα του πολύ καλά και γυάλισε ακόμη και τις οπλές του. Κατά τις 7 άρχισε να μαζεύεται πλήθος ελαφιών στο σπίτι του Αϊ Βασίλη, στην οδό Βορείου Πόλου. Ο 'Eντι δεν μπορούσε να πιστέψει στα μάτια του. Ήταν περιτριγυρισμένος από μικρούς τύπους. Είσαι τάρανδος; Τον ρωτούσαν όλοι «'Oχι, είμαι ελάφι!» απαντούσε περήφανα.

«Είσαι ελάφι ; και τι μπορείς να κάνεις;» ρώτησαν αμέσως. «θα κάνω ότι με θέλει ο Αϊ Βασίλης, ήρθα να δουλέψω για τον Αϊ Βασίλη, η μαμά μου μου διάβασε αυτήν την αγγελία και μου είπε ότι εμείς τα ελάφια είμαστε άκρως απαραίτητα!». «Μα το πρόβλημά σου είναι το μέγεθός σου, η αγγελία ήταν για μας τους μικρούληδες, μην ντραπείς που ήρθες γιατί τα ξωτικά και τα ελάφια ακούγονται το ίδιο! Αλλά και παρόλο που δεν είσαι ξωτικό θα πρέπει να πας και να μιλήσεις ο ίδιος στον Αϊ Βασίλη. Θα σε οδηγήσω εγώ σε αυτόν αμέσως, είμαι ένα από τα ξωτικά του, λέγε με Ρέι» είπε το μικρό ανθρωπάκι και προχώρησε μπροστά δείχνοντας στον 'Eντι τον δρόμο για τον Αϊ Βασίλη.

Και μετά που ο Ρέι ενημέρωσε τον Αϊ Βασίλη για τον 'Eντι, ο Αϊ Βασίλης κρυφογέλασε και είπε «χο, χο, χο. Πες στην μαμά σου ότι πρέπει να φοράει τα γυαλιά της όταν διαβάζει». Μετά τον ανέλαβε ένας τάρανδος και του είπε «μέχρι τότε θα σκεφτώ κάτι. Θα σε έχω στην λίστα με τους τάρανδους, και ίσως μάθεις να υπηρετείς ως αναπληρωματικός τάρανδος. Τώρα αν προσπαθήσεις, σου υπόσχομαι ότι θα μάθεις και να πετάς».

Μα έπεσε τόσες φορές! Κι όμως πολύ σύντομα έμαθε να πετά αρκετά καλά. Αλλά τα ελάφια, βλέπεις, είναι βαρύτερα, με κέρατα σαν κλαδιά δέντρου και έτσι ήταν κάπως αργός σε σύγκριση με την ταχύτητα που αναπτύσσουν οι τάρανδοι. Ναι, ο 'Eντι ήταν λίγο αργός, οι βαριές οπλές του γλιστρούσαν στο χιόνι και μέσα από την σκεπή περνούσε μια οπλή. Ο τάρανδος δεν έδειχνε να νοιάζεται και είπε «Μπράβο, τα πας πολύ καλά, κρατήσου». Αλλά ο 'Eντι σύντομα άρχισε να φοβάται. Δεν μπορείς να μετατρέψεις το ξωτικό σε ελάφι.

Ο Πράνσερ και ο 'Eντι ήταν πολύ χαρούμενοι και έπαιζαν κάθε μέρα. 'Eκαναν εξάσκηση σε απογειώσεις πολύ συχνά, σπινιάρανε και διπλώνανε και τινάζονταν και όσο και αν πετούσαν δεν τους ήταν αρκετό. Πέταξαν όμως και πάρα πολύ και ο 'Eντι πάγωσε, τα αυτιά και το πρόσωπό του, η μύτη του και όλα επανήλθαν εκτός από την μύτη, που παρέμεινε μπλε παγωμένη. Και έγινε θέαμα για όλους αυτή η μπλε μύτη. Ήταν όμως και λαμπερή και αποτελούσε ένα όμορφο αξιόλογο φωτάκι. 'Oποτε ο 'Eντι ανοιγόκλεινε τα μάτια του, η μύτη του φώτιζε τον ουρανό. 'Oλοι οι τάρανδοι ήρθαν να το δουν και χαίρονταν.

'Oταν το είδε και ο Αϊ Βασίλης, προβληματίστηκε με την λάμψη της μύτης του 'Eντι. Είπε στον Αϊ Βασίλη : «Θυμώσατε;» «όχι, χάρηκα» είπε ο Αϊ Βασίλης «Από δω και στο εξής θα είσαι το ελάφι αμέσου ανάγκης! Συγνώμη, αλλά πρέπει να ομολογήσω ότι μερικές φορές χάνουμε την διεύθυνση κάποιου ή ανακαλύπτω μετά την προσγείωση ότι πολλά παιδιά δεν είναι στην πόλη. Και αν έχουν μετακομίσει, ξέρεις κολλάμε και βρισκόμαστε σε άμεση ανάγκη. Γιατί για όποιον μετακομίσει ή είναι σε διακοπές σημαίνει ότι πρέπει να βρεις την νέα του τοποθεσία και να του παραδόσεις το δώρο του. Για όλα αυτά θα σε ενημερώνουμε εμείς έτσι ώστε να μην μένει κανείς παραπονεμένος. Πάντα χρειαζόμασταν κάποιον που να μπορεί να κάνει αυτές τις μεταφορές και τώρα έχουμε εσένα!! Διότι όσο τρέχουμε στο χιόνι και το δικό σου έλκηθρο θα είναι μαζί μας, όμως μόλις εγώ χτυπήσω το μαστίγιό μου δεν μπορώ να σταματήσω παρά μόνο στον επόμενο προορισμό. Οπότε εκεί θα γυρνάς εσύ. Θα καλύπτεις αυτά που χάνουμε, και η υπέροχη λαμπερή μπλε μύτη σου θα σε οδηγεί με ασφάλεια στο χιόνι. Και όσοι στον κόσμο θα βλέπουν αυτό το φως θα ξέρουν ότι είναι ο 'Eντι με την μπλε μύτη».

Και έτσι ο 'Eντι τράβηξε και αυτός έλκηθρο με την βοήθεια του ξωτικού και φίλου του Ρέι και την μπλε μύτη του να αναβοσβήνει στον αέρα. Η μαμά του 'Eντι γέμισε χαρά και περηφάνια, γιατί και δούλευε ο γιος της αλλά και για την δουλειά που έκανε. 'Eτσι κοιτάει κάθε χριστουγεννιάτικη νύχτα έξω να δει κάθε φως που αναβοσβήνει και να το χαιρετήσει. Και σκέφτεται πόσο τυχερή ήταν που βρήκε και διάβασε επίτηδες λάθος την αγγελία. 'Eτσι λοιπόν, να πάτε για ύπνο ήσυχα, όπου και να βρίσκεστε ακόμη και μακριά από το σπίτι , γιατί ο 'Eντι με την μπλε μύτη θα σας βρει και θα σας δώσει το δώρο σας!!

Ένα ξεχωριστό Χριστουγεννιάτικο Δέντρο


Ήταν Παραμονή Χριστουγέννων και ο Τίνκερ, το σκιουράκι, φορώντας τα πιο ζεστά του ρούχα, χουζούρευε στο σπιτάκι του, μέσα στη μεγάλη βελανιδιά. Κοιτούσε μια από τις εικόνες του βιβλίου του. "Αχ !" αναστέναξε κλείνοντας το βιβλίο.

Εκείνη τη στιγμή περνούσε απέξω χοροπηδώντας η κυρία Κουνελίτσα, και άκουσε τον Τίνκερ ν' αναστενάζει. Η κυρία Κουνελίτσα συμπαθούσε τον Τίνκερ και ήξερε ότι συνήθως ήταν πολύ χαρούμενος. Της φάνηκε λοιπόν παράξενο, που τον άκουσε ν' αναστενάζει.
"Τι σου συμβαίνει, Τίνκερ;" τον ρώτησε με γλυκιά φωνή.

Ο Τίνκερ έβγαλε το κεφαλάκι του στην κουφάλα του δέντρου. "Ε, να, είδα το ωραιότερο χριστουγεννιάτικο δέντρο στο βιβλίο μου. Ήταν στολισμένο με γυαλιστερές μπάλες και όμορφα φωτάκια, που λαμπύριζαν σαν αστέρια".

Ο Τίνκερ έδειξε την εικόνα στην κυρία Κουνελίτσα. "Πραγματικά, είναι πολύ όμορφο", είπε αυτή. "Μακάρι να είχα κι εγώ ένα τόσο όμορφο δέντρο, αντί γι' αυτή τη βαρετή, καφετιά βελανιδιά", είπε ο Τίνκερ. "Μη στενοχωριέσαι, Τίνκερ", είπε η κυρία Κουνελίτσα.
"Σύντομα θα ξανάρθει η άνοιξη και το δέντρο σου θα γεμίσει όμορφα, καταπράσινα φύλλα".

"Ναι, έχεις δίκια", αποκρίθηκε ο Τίνκερ. "Ωστόσο, πολύ θα ήθελα να ήταν πιο όμορφη η βελανιδιά μου, για τα Χριστούγεννα".
"Πήγαινε να πλαγιάσεις τώρα", είπε καλοσυνάτα η κυρία Κουνελίτσα. ¨Αύριο ξημερώνουν Χριστούγεννα".

Η κυρία Κουνελίτσα τον αποχαιρέτησε κι έφυγε. Όμως, δεν ήθελε να είναι ο φίλος της στενοχωρημένος τις μέρες των Χριστουγέννων. Μήπως μπορούσε, άραγε, κάπως να το βοηθήσει;

Στον δρόμο για το σπίτι της συνάντησε κι άλλα ζωάκια: τον Λαγό Χέρμπερτ, το Ποντικούλη Φρέντι και την Νταίζη, τη Σκιουρίνα. Τους είπε για το δέντρο που είχε δει ο Τίνκερ στο βιβλίο του, και πόσο στενοχωριόταν το σκιουράκι, που το δικό του δέντρο ήταν ολόγυμνο.
"Πολύ το συμπαθώ αυτό το σκιουράκι", είπε η κυρία Κουνελίτσα.

"Θα ήταν υπέροχο να κάναμε γι' αυτόν κάτι το ξεχωριστό, φέτος τα Χριστούγεννα".
"Ναι, αλλά τι;" ρώτησαν ο Φρέντι και ο Χέρμπερτ με μια φωνή.
"Έχω μια ιδέα", είπε η Κουνελίτσα. "Ακολουθήστε με".

Το άλλο πρωί, ξημερώνοντας Χριστούγεννα, Ο Τίνκερ ξύπνησε από θορύβους και φωνές. Έσκυψε από το δέντρο του να δει ποιος έκανε όλη αυτή τη φασαρία - κι αντίκρισε τους φίλους του, που είχαν μαζευτεί γύρω από τον κορμό του δέντρου.

"Καλά Χριστούγεννα, Τίνκερ", φώναξαν όλοι μαζί. Ο Τίνκερ κοίταξε γύρω και δεν πίστευε στα μάτια του. Όσο εκείνος κοιμόταν, οι φίλοι του δούλευαν σκληρά για να του κάνουν έκπληξη.

Είχαν μαζέψει κουκουνάρια, μούρα, καρύδια, γκι και πουρναρόφυλλα. Κάποιες αράχνες, μάλιστα, είχαν υφάνει περίτεχνους ιστούς. Όταν τα ζωάκια συγκέντρωσαν όλα όσα χρειάζονταν, άρχισαν να στολίζουν το δέντρο.

Τώρα, τα δώρα τους κρέμονταν από τα κλαριά και η γέρικη βελανιδιά δεν ήταν πια γυμνή και βαρετή. Κι όταν άρχισε, σε λίγο, να χιονίζει, το δέντρο λαμποκοπούσε από τις ρίζες μέχρι την κορφή. "Είναι πανέμορφο", είπε ο Τίνκερ. "Πολύ πιο όμορφο από το δέντρο του βιβλίου. Σας ευχαριστώ όλους, πάρα πολύ. Κανείς άλλος δεν μου είχε κάνει ποτέ ωραιότερο χριστουγεννιάτικο δώρο".


κοριτσάκι με τα σπίρτα












'Eπεφτε χιόνι και κόντευε να νυχτώσει. Ήταν η τελευταία βραδιά του χρόνου, η παραμονή της Πρωτοχρονιάς. Μέσα σ' εκείνο το κρύο και σ' εκείνο το σκοτάδι, ένα φτωχό κοριτσάκι περπατούσε στο δρόμο, χωρίς να φοράει τίποτα στο κεφάλι του, ούτε στα πόδια του.

Η αλήθεια είναι πως, όταν βγήκε από το σπίτι της, φορούσε παντούφλες, αλλά δεν της κράτησαν πολύ: ήταν κάτι μεγάλες παντούφλες, που τις είχε λιώσει η μητέρα της, τόσο μεγάλες ώστε η μικρή τις έχασε, καθώς έτρεξε να περάσει το δρόμο, ανάμεσα σε δυο αμάξια που λίγο έλειψε να την χτυπήσουν. Τη μια την έχασε. Την άλλη, τη βρήκε ένα παιδί και την πήρε μαζί του, για να τη δώσει στην αδερφούλα του, να την κάνει κούνια για την κούκλα της.

Το κοριτσάκι βάδιζε ξυπόλητο και τα πόδια του είχανε μελανιάσει από το κρύο. Μέσα στην τσέπη της κουρελιασμένης ποδιάς της είχε ένα σωρό σπίρτα. Στο χέρι της κρατούσε κι άλλα κουτιά γεμάτα, γιατί αυτή τη δουλειά έκανε: πουλούσε κουτιά με σπίρτα στους δρόμους.

'Oμως εκείνη την ημέρα δεν είχε πουλήσει ούτε ένα κουτί, γιατί οι άνθρωποι έτρεχαν να προφυλαχτούν από το κρύο κι από το χιόνι, και κανείς δε στεκόταν για ν' αγοράσει σπίρτα. Δεν είχε πουλήσει ούτε ένα κουτί και δεν είχε ούτε μια δεκάρα στην τσέπη της. Το κοριτσάκι πεινούσε και κρύωνε κι ήταν αδύνατο, κι έτρεμε ολόκληρο.

Η καημένη η μικρούλα! Οι νιφάδες του χιονιού έπεφταν στα ξανθά της μαλλιά, που σχημάτιζαν μπούκλες γύρω απ' το λαιμό της. Τα φώτα έκαναν να λάμπουν τα τζάμια των παραθυριών κι έφτανε ως το δρόμο η μυρωδιά από τα πουλερικά που έψηναν στις κουζίνες. Ήταν παραμονή της Πρωτοχρονιάς, σε μια γωνιά, ανάμεσα σε δυο σπίτια.

Το κοριτσάκι πάγωνε όλο και πιο πολύ, αλλά δεν τολμούσε να γυρίσει σπίτι της: θα πήγαινε τα κουτιά με τα σπίρτα, κι ούτε μια δεκάρα. Ο πατέρας της θα τη μάλωνε κι άλλωστε, μήπως και μέσα στο σπίτι της δεν έκανε τόσο κρύο; 'Eμεναν ψηλά, σε μια σοφίτα, κι ο άνεμος φυσούσε ανάμεσα απ' τις τρύπες της σκεπής, μ' όλο που τις πιο μεγάλες τις είχανε βουλώσει με άχυρο και με κουρέλια.

Τα καημένα τα χεράκια της δεν τα' νιωθε πια από το πολύ το κρύο. 'Eνα σπίρτο θα τα ζέσταινε λιγάκι. Αν τολμούσε να βγάλει ένα, μονάχα ένα, απ' το κουτί και να τ' ανάψει να ζεστάνει τα δάχτυλά της; Τράβηξε ένα: κριτς! Πώς έλαμψε! Πώς άναψε! Ήτανε μια φλογίτσα καθαρή και ζεστή κι έμοιαζε με κεράκι, καθώς τη σκέπασε με τις χούφτες της. Τι παράξενο φως! 'Eμοιαζε τώρα μ' ένα κοριτσάκι, καθισμένο μπροστά σε μια μεγάλη σιδερένια σόμπα, που το σκέπασμά της ήτανε γυαλιστερό.

Η φωτιά έκαιγε εκεί μέσα τόσο υπέροχα και ζέσταινε τόσο καλά! Αλλά τι έγινε; Μόλις το κοριτσάκι άπλωσε τα ποδαράκια του για να τα ζεστάνει, η φλόγα έσβησε και η σόμπα εξαφανίστηκε. Η μικρούλα βρέθηκε καθισμένη στη γωνιά της, ανάμεσα σε δυο σπίτια, και κρατούσε στο χέρι της ένα σπίρτο καμένο.

'Aναψε και δεύτερο σπίρτο, και, καθώς η λάμψη έπεσε πάνω στον τοίχο του σπιτιού, το κοριτσάκι μπορούσε τώρα να δει ένα μεγάλο δωμάτιο, όπου ήταν στρωμένο ένα τραπέζι, με κάτασπρο τραπεζομάντιλο, με πιάτα από πορσελάνη που αστραφτοκοπούσαν και ο τοίχος έγινε διάφανος σαν ατμός. με μια μεγάλη πιατέλα, όπου μια χήνα ψητή άχνιζε και σκόρπιζε μια ορεχτική ευωδιά.

Τι έκπληξη! Τι ευτυχία! Ξαφνικά, η ψημένη χήνα πήδησε από την πιατέλα και κύλησε στο πάτωμα, με το πιρούνι και το μαχαίρι καρφωμένα απάνω της. Κι η ψημένη χήνα κύλήσε ως εκεί που καθότανε το φτωχό κοριτσάκι. Αλλά το σπίρτο έσβησε και, μπροστά στη μικρούλα, ορθώθηκε πάλι ο χοντρός και κρύος τοίχος των σπιτιών. 'Aναψε αμέσως και τρίτο σπίρτο. Και τότε το φτωχό κοριτσάκι είδε πως καθόταν κάτω από ένα υπέροχο Χριστουγεννιάτικο δέντρο.

Ήτανε πιο μεγάλο και πιο πλούσια στολισμένο, από κείνο που είχε δει, τα περασμένα Χριστούγεννα μέσα από τη τζαμένια πόρτα, στο μέγαρο του πλούσιου εμπόρου. Χίλια κεράκια ήταν αναμμένα πάνω στα πράσινα κλαδιά του και κάτι πολύχρωμες εικόνες, σαν εκείνες που στολίζουν τις βιτρίνες των μαγαζιών, θαρρείς και της χαμογελούσαν. Το φτωχό κοριτσάκι σήκωσε τα δυο του χεράκια. Το σπίρτο έσβησε.

'Oλα τα κεράκια του Χριστουγεννιάτικου δέντρου ανέβαιναν, ανέβαιναν και τότε είδε πως δεν ήταν κεράκια, αλλά αστέρια. 'Eνα απ' αυτά τ' αστέρια έπεσε και χάραξε μια φωτεινή γραμμή στον ουρανό. «Κάποιος πεθαίνει» μουρμούρισε το κοριτσάκι. Γιατί η γιαγιά του, που μόνο εκείνη ήτανε καλή γι' αυτό, αλλά δεν ζούσε πια, έλεγε συχνά: «'Oταν πέφτει ένα αστέρι, μια ψυχούλα ανεβαίνει στο Θεό.»

Το φτωχό κοριτσάκι άναψε άλλο σπίρτο. Μέσα στη λάμψη του, παρουσιάστηκε η γιαγιά της που της χαμογελούσε. «Γιαγιά», φώναξε η μικρούλα, «πάρε με μαζί σου».

«'Oταν θα σβήσω το σπίρτο, ξέρω πως δε θα είσαι πια εδώ. Θα χαθείς, όπως χάθηκαν η αναμμένη σόμπα, η ψημένη χήνα και το Χριστουγεννιάτικο δέντρο.» Πήρε το κοριτσάκι στην αγκαλιά της η γιαγιά, και πέταξαν κι οι δυο χαρούμενες, μέσα σ' εκείνη τη λάμψη. Δεν υπήρχε πια ούτε κρύο, ούτε πείνα, ούτε αγωνία. Ήταν κοντά στο Θεό!

[sunshineblogaward.jpg]

Ένα βραβείο έκπληξη από την αγαπητή blogoφίλη
Λίζα από τα γλυκομπερδέματα και την ευχαριστώ πολύ για την τιμή που μου έκανε να μου χαρίσει αυτό το βραβείο. Και σαν πρώτο βραβείο στο bloog μου είναι το καλύτερο δώρο που θα μπορούσε μια τόσο καλή φίλη να μου κάνει στην αρχή του 2010! Αυτό το ηλιόλουστο βραβείο απονέμεται στους bloggers των οποίων η θετικότητα και η δημιουργικότητα εμπνέει άλλα άτομα στην μπλογκόσφαιρα. Σύμφωνα λοιπόν με τους κανόνες αποδοχής του, θα πρέπει και εγώ με τη σειρά μου, όπως θα κάνουν και αυτοί που θα το παραλάβουν, να:

1)Τοποθετίσουν το βραβείο στο blog τους
2)Να το χαρίσουν επίσης σε άλλους 12 μπλογκερς της επιλογής τους.
3)Να βάλουν λίνκ στα ονόματα των μπλογκερς που θα το χαρίσουν.
4)Να το ανακοινώσουν στο μπλογκ των οποίων το χάρισαν

Και εγώ με τη σειρά μου θα το χαρίσω
Στα σοφά λόγια
Στα Μανιτάρια
Στους ταξιδευτές των ονείρων
Στις μικρές τρελές ιστορίες
Στα κουζινοσκαλίσματα
Στο Lakonika με τις ομορφιές της Μάνης